“Ο θείος Βάνιας” του Άντον Τσέχωφ

Μια απλή, σύντομη ερμηνεία του έργου “Ο θείος Βάνιας” του Άντον Τσέχωφ

Το έργο του Τσέχωφ Ο Θείος Βάνιας είναι νατουραλιστικό και περιγράφει τη ζωή των ανθρώπων της ρωσικής επαρχίας στα τέλη του 19ου κι αρχές 20ου αιώνα, οι οποίοι ζουν μια απογοητευτική, μονότονη ζωή την οποία δε γνωρίζουν και ίσως δεν τον τολμούν να την αλλάξουν (Πετράκου, 2020: 9). Για παράδειγμα,έχουμε τον πρωταγωνιστή Βάνια να έλκεται από την Έλενα, τη γυναίκα που είναι παντρεμένη με τον άντρα της συγχωρεμένης της αδελφής του. Ο Βάνιας στα σαράντα επτά του νιώθει πολύ γέρος και πιστεύει πως χαράμισε τη ζωή του για να υποστηρίζει το πνευματικό έργο του γαμπρού του και παράλληλα έμεινε κολλημένος με τη μητέρα του και την ανιψιά του, μην καταφέρνοντας να μάθει κάποιο επάγγελμα και μη διεκδικώντας τη δημιουργία της δικής του οικογένειας. Ίσως να μην κατέληγε να συνειδητοποιήσει τη ζωή που πέρασε και χάθηκε, εάν η έλευση του γαμπρού του και της νέας συζύγου του στο κτήμα δε σηματοδοτούσε δύο πράγματα: Την ερωτική του αφύπνιση γνωρίζοντας την Έλενα και τη συνειδητοποίηση του άκριτου ιδεαλισμού και της τυφλής αφοσίωσης του προς έναν άνθρωπο που φαίνεται πως πλέον δεν εκτιμά. Όταν λοιπόν ο γαμπρός του ανακοινώνει πως θα χάσει τα μόνα δύο σημαντικά στοιχεία της ζωής του, το σπίτι του και την ευκαιρία για έρωτα, εξοργίζεται και τον πυροβολεί (Πετράκου, 2020: 23). Όμως αστοχεί κι αυτό δείχνει πως στην πραγματικότητα δεν έχει τη δύναμη για κάποια αποφασιστική πράξη, ακόμη κι αν αυτή θα ήταν αποτρόπαια. Αντί να φανεί ως άνθρωπος που εξεγείρεται και αντιδράει διεκδικώντας μια καλύτερη ζωή, φαίνεται μάλλον γελοίος και αδύναμος. Δεν έχει το κουράγιο ούτε να σκοτώσει, ούτε να σκοτωθεί, οπότε πρέπει απλά να συνειδητοποιήσει την προσωπική ήττα του (Μποζίζιο, 2010: 228).

Η Έλενα, η γυναίκα του Σερεμπριακόφ στο έργο του Τσέχοφ, είναι νέα και παραδέχεται πως είναι δυστυχισμένη στον γάμο της με έναν ηλικιωμένο άντρα, ο οποίος αρχικά τη γοήτευσε με το πνεύμα του, αλλά πλέον ξέρει πως δεν τον αγαπά. Πλήττει και δε θέλει να δοκιμάσει τίποτα καινούριο στη ζωή της, ίσως γιατί πιστεύει πως μια ενδιαφέρουσα ζωή μοιάζει με ουτοπία. Ίσως και γι’ αυτό απωθεί το φλερτ των επίδοξων εραστών της, ενώ κατά βάθος κολακεύεται. Απορρίπτει με ενόχληση τη διεκδίκηση του Βάνια κι από τον γιατρό Αστρόφ, αναζητά την εκτίμηση του σαν άνθρωπο, ίσως γιατί τον θεωρεί το μόνο ενδιαφέρον κι αξιόλογο άτομο γύρω της (Φρουζάκη, 2017: ΧΧ). Η Έλενα νιώθει πως μπορεί να ερωτευθεί – για παράδειγμα παραδέχεται τα συναισθήματα της στον γιατρό – αλλά προφανώς ο καθωσπρεπισμός της εποχής της δεν της επιτρέπει τέτοιες σκέψεις για οποιονδήποτε άλλο άντρα πέρα του καθηγητή. Ας μην ξεχνάμε πως ακόμη και ο Τσέχοφ υποστήριζε απόψεις πως το σωστό θηλυκό αφοσιώνεται στον άντρα του (Πετράκου, 2020: 8) και η ιδέα της γυναικεία χειραφέτησης είναι ακόμη σε αρχικό στάδιο. Άρα μια ηθική παντρεμένη γυναίκα δε μπορεί να διεκδικήσει τη σεξουαλικότητα της, ακόμη κι αν δεν είναι ευτυχισμένη με τον άντρα της. Έτσι μοιραία η Έλενα όπως όλοι οι ήρωες του έργου δεν τολμά να αποφασίσει μια καλύτερη ζωή.

Ο γιατρός Αστρόφ ζει τη σκληρή ζωή ενός επαρχιακού γιατρού της εποχής, ο οποίος παλεύει με πολλές προκλήσεις και χωρίς να έχει τα κατάλληλα μέσα, αλλά είναι χαρισματικός άνθρωπος κι έχει πολλές οικολογικές ανησυχίες που τον καθιστούν έναν άνθρωπο με σύγχρονους προβληματισμούς (Φιλιπποπούλου, 2002: 82). Είναι ένας άντρας που ασκεί γοητεία τόσο στη Σόνια, όσο και στην Έλενα, αλλά μοιάζει ανίκανος να αγαπήσει και να δεθεί. Η Σόνια που απορρίπτεται από εκείνον ενώ τον αγαπά χρόνια, πιστεύει πως είναι άσχημη, ενώ μπορεί να μην είναι έτσι. Μπορεί απλά εκείνος να μη μπορεί να ανταποκριθεί ερωτικά σε μια γυναίκα (Γεωργακοπούλου, 2009: ΧΧ). Ακόμη κι όταν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην έλξη της Έλενας προς τα εκείνον το κάνει με παιχνιδιάρικο τρόπο, σαν να εξετάζει την πιθανότητα του ειδυλλίου, αλλά στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε κατά πόσο το επιθυμεί. Δεν είναι τυχαίο τ’ ότι ο Τσέχοφ είχε αποκαλέσει τον Αστρόφ ως τον ήρωα που μπορεί να φιλήσει μια γυναίκα και μετά να αρχίσει να σφυρίζει. Άρα σε αντίθεση με τον Βάνια που όλα τα βλέπει πολύ δραματικά, εκείνος μάλλον τα παίρνει κωμικά (Πετράκου, 2020: 19) και δε θεωρεί τον έρωτα έναν δρόμο που θέλει να ακολουθήσει στη ζωή του.

Εντέλει, στο έργο του Τσέχοφ, οι μόνοι δύο ήρωες που φαίνονται έτοιμοι να δοθούν στον έρωτα, αλλά απορρίπτονται είναι η Σόνια και ο Βάνιας. Είναι δύο πρόσωπα που στο τέλος μένουν μαζί, σαν ένα είδος ζευγαριού που θα ζήσει μαζί για το υπόλοιπο της ζωής του, αντιλαμβανόμενο την υπαρξιακή του κρίση. Ο Τσέχοφ στο φινάλε του έργου αναδεικνύει το πέρασμα του έργου του, από τον νατουραλισμό στον υπαρξισμό, αναδεικνύοντας τη δυστυχισμένη ανθρώπινη ζωή που δεν έχει νόημα (Πετράκου, 2020: 11). Η φράση “Θα δουλεύουμε” μοιάζει με έναν σκοπό που θα τους κρατήσει υποτυπωδώς ζωντανούς μέχρι τη μέρα του θανάτου τους. Ο Βάνιας θα παραμείνει με καταπιεσμένο τον ανδρισμό του, παλεύοντας με τη συνειδητοποίηση πως στάθηκε σε πολλά λειψός στη ζωή του ενώ είχε τις δυνατότητες να ζήσει αλλιώς. Πρέπει ακόμη να αποδεχθεί πως την αγάπη που έλαβε ο γαμπρός του από τις γυναίκες της οικογένειας την ήθελε κι ο ίδιος για τον εαυτό του (Φρουζάκη, 2017: ΧΧ). Η Σόνια θα παραμείνει η ήρεμη δύναμη του σπιτιού, παρηγορώντας πρωτίστως τον θείο της πως η υπομονή τους να μη διεκδικήσουν κάτι περισσότερο για τους εαυτούς τους, θα ανταμειφθεί έστω και μετά θάνατον.

Βιβλιογραφία:

Γεωργακοπούλου, Β. 2009. Γιάννης Χουβαρδάς: “Βλέπω γύρω μου τον μηδενισμό του Θείου Βάνια”, www.enet.gr 12 Φεβρουαρίου 2020 (http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=108852)

Μποζίζιο, Π. 2010. Ιστορία του Θεάτρου: Β’ Τόμος, 2η εκδ. Αθήνα: Αιγόκερως.

Πετράκου, Κ. 2020. Οδηγός Μελέτης Ο Θείος Βάνιας του Τσέχοφ. Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, Λευκωσία.

Τσέχοφ, Α. 2002. Ο θείος Βάνιας. Μτφ. Αντιγόνης Φιλιπποπούλου. Αθήνα: Το ροδακιό.

Φιλιπποπούλου, Α. 2002. “Σημείωμα για τη μετάφραση” στο: Άντον Τσέχοφ, Ο Θείος Βάνιας. (Αθήνα: Το ροδακιό) 81-89.

Φρουζάκη, Μ. 2017. Αφιέρωμα στον Τσέχοφ μέσα από τον “Θείο Βάνια”, www.theatromania.gr 12 Φεβρουαρίου 2020 (https://www.theatromania.gr/101090-2/ )